Πηγή: info-war.gr
Το απόσπασμα που ακολουθεί προέρχεται από το βιβλίο του Λεωνίδα Βατικιώτη
«Ουκρανία – το μεγάλο πλάνο, ακόμα κι αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να εφευρεθεί», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Τόπος.
«Η Ουκρανία θα συμβολίζει για πάντα την άνοδο και την πτώση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα πλήγματα που δεν κατάφεραν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες όταν αυτό το μοναδικό στον κόσμο όχημα εισήγαγε τον νεοφιλελευθερισμό σε μια ολόκληρη ήπειρο, σύμφωνα με τον Βόλφγκανγκ Στρεκ (Wolfgang Streeck), τα πέτυχε η Ουκρανία. Η Ουκρανία, που ξεκίνησε το 2014 σαν ένα ακόμα τρόπαιο της νικηφόρας ως τότε προς ανατολάς διεύρυνσης μιας γερμανικής ΕΕ έμπλεης αυτοπεποίθησης, σε λιγότερο από δέκα χρόνια εξελίχθηκε σε θανατηφόρα παγίδα και αιτία της υποβάθμισης του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού σε κέντρο ήσσονος σημασίας, όργανο κι εξυπηρετητή των ΗΠΑ, κάτι σαν τον Καναδά στην άλλη μεριά του Ατλαντικού. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η παράπλευρη απώλεια σε έναν αχρείαστο πόλεμο. Θύτης και θύμα του πολέμου μοιάζει με τον άπληστο τζογαδόρο που στο ζενίθ της πολιτικής και οικονομικής του επιρροής, επένδυσε τα πάντα στο λάθος φύλλο. Και στον λάθος φίλο… Η Ουκρανία συμβολίζει για την Ευρώπη ιστορικής σημασίας αλλαγές, που μετασχηματίζουν εκ βάθρων τον σύγχρονο καπιταλισμό.
Η σχέση των Βρυξελλών με την Ουκρανία μπήκε σε μια θεσμική τροχιά το 2009 με την «Ανατολική Συνεργασία» που περιλάμβανε επίσης την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Λευκορωσία, τη Γεωργία και τη Μολδαβία. Επισημοποιήθηκε με τη «Συμφωνία Σύνδεσης» που υπογράφτηκε το 2014. Προηγήθηκε, η εμφάνιση της ΕΕ σαν σφήνας στον δανεισμό του Κιέβου από τη Μόσχα και η πυροδότηση του πραξικοπήματος του Ευρωμεϊντάν. Η παρότρυνση της Βικτόρια Νούλαντ προς τον Τζέφρι Πάιατ «Γάμησε την ΕΕ», περιγράφει πλήρως την υποβαθμισμένη, επικουρική κι εν τέλει ασήμαντη θέση των Βρυξελλών στο πλαίσιο της συνεργασίας τους με την Ουάσιγκτον, για την ανατροπή της εκλεγμένης κυβέρνησης του Γιανουκόβιτς. Έρχεται δε σε κραυγαλέα αντίφαση με την πρόσληψη της ΕΕ στη συνείδηση των «εξεγερμένων», που υποτίθεται ότι συγκρούστηκαν για χάρη της, εξ ου και το πρώτο συνθετικό του όρου Ευρωμεϊντάν. Η «Συμφωνία Σύνδεσης» με την Ουκρανία θα έστρωνε το χαλί στο όγδοο κύμα διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με όλα τα σημάδια να δείχνουν ότι θα ολοκληρωνόταν το ίδιο απρόσκοπτα όπως κι όλα εκείνα που ακολούθησαν τη Συνθήκη του Μάαστριχτ το 1993. Έτσι με την πλήρη ενσωμάτωση στη Δυτική θα είχαμε το «τέλος της Ανατολικής Ευρώπης», υπό την έννοια της εξαφάνισης της πολιτικής της ιδιαιτερότητας.
Η προθυμία του νέου καθεστώτος του Κιέβου να ενταχθεί στην ΕΕ με κάθε κόστος, στόχος που υποτίθεται ήταν ταυτόσημος της ευημερίας και επιβράβευση των συγκρούσεων που προηγήθηκαν, ώθησε τις Βρυξέλλες να θέσουν τέτοιους όρους ως προαπαιτούμενα που θα τους ζήλευε και το ΔΝΤ. Επιπλέον, η αυτοπεποίθηση του Βερολίνου ήταν τόσο μεγάλη, που νόμιζε ότι μπορούσε να επιβάλει τις πιο αντιδραστικές αλλαγές χωρίς να καταβάλλει κανένα πολιτικό κόστος.
Γερμανία και ΕΕ έκριναν ότι βρίσκονταν μπροστά στην ευκαιρία της ζωής τους και μπορούσαν να την αξιοποιήσουν ως το τέλος. Η αλήθεια είναι ότι μόλις λίγα χρόνια πριν στη «μαρτυρική αρένα» της Ελλάδας, κατά Τζέιμς Γκάλμπρεϊθ (James Galbraith), η ΕΕ δεν δίστασε να ξεπεράσει το ΔΝΤ σε νεοφιλελεύθερο οίστρο. Στην Ουκρανία η ΕΕ απογείωσε τον κυνισμό της. Οι όροι της «Συμφωνίας Σύνδεσης» και των Συνοδευτικών Συμφωνιών ισοδυναμούσαν με νεοφιλελεύθερο οδοστρωτήρα.
Αν από τη μεριά της ΕΕ ζητούμενο της ένταξης ήταν η πολιτική κάλυψη στην φιλοευρωπαϊκή και φιλοαμερικανική αστική τάξη, τα φθηνά εργατικά χέρια και οι άφθονες και φθηνές πρώτες ύλες, τα ζητούμενα της Ουκρανίας ήταν ολότελα διαφορετικά. Για την Ουκρανία ο 21ος αιώνας ήταν συνέχεια της τελευταίας δεκαετίας του 20ού· δεν σημαδεύτηκε από καμιά πολιτική ρήξη ή έστω τομή. Αν στην υπόλοιπη Ανατολική Ευρώπη το 2000, κατά συμβατικό τρόπο, έθεσε ένα ουσιαστικό ή έστω τυπικό τέλος στην απερίγραπτη λεηλασία της δημόσιας περιουσίας της δεκαετίας του 1990, στην Ουκρανία ακόμη και την πρώτη δεκαετία του 2000 η αστική τάξη συνέχισε να τρώει από τις σάρκες του «υπαρκτού». Η ακραία διαφθορά κατέτασσε μόνιμα τη χώρα σε μια από τις υψηλότερες θέσεις των αντίστοιχων διεθνών δεικτών. Ο χρηματισμός και η οικειοποίηση δημόσιων πόρων ήταν τόσο εκτεταμένα που ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ (Jean-Claude Juncker) απέκλεισε την ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ, δηλώνοντας τον Οκτώβριο του 2023 πως «όποιος είχε σχέση με τη χώρα αυτή ξέρει πως είναι διεφθαρμένη σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας».
Το κενό στην κοινωνική ευημερία που άφηναν οι ανύπαρκτες επενδύσεις το κάλυπτε η μετανάστευση και η παρακρατική βία των ολιγαρχών, οι οποίοι απολάμβαναν ασυδοσία που θα ζήλευαν ακόμα και οι φεουδάρχες της Μεσαιωνικής Ευρώπης. Σε αυτή τη δυστοπία (που κυριαρχούσε και επί του φιλο-ρώσου Γιανουκόβιτς και επί του φιλοαμερικανού Γιουστσένκο και των διαδόχων του) η επανίδρυση που υποσχόταν η ένταξη στην ΕΕ ισοδυναμούσε με μια βίαιη καπιταλιστική αναδιάρθρωση. Σήμαινε κλείσιμο μη κερδοφόρων επιχειρήσεων, εισβολή πολυεθνικών και εξαγορά εγχώριων επιχειρήσεων, ανεργία, μείωση μισθών, ιδιωτικοποιήσεις. Ξέρουμε εμείς…».